Στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής τοποθετήθηκε η βουλευτής Ιωαννίνων της Νέας Αριστεράς, Μερόπη Τζούφη, κατά τη συζήτηση της Κύρωσης της Σύμβασης Δωρεάς για την ανέγερση νέου κτιρίου Μονάδας Ημερήσιας Νοσηλείας «Νίκος Κούρκουλος» στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Πατρών. Αφού αναγνώρισε τη σημασία της δωρεάς και την προστιθέμενη αξία της για τους ασθενείς, τόνισε πως η συγκεκριμένη πρωτοβουλία δεν αρκεί για να αντιμετωπιστούν οι μεγάλες και χρόνιες ανισότητες στο πεδίο της ογκολογικής φροντίδας στην Ελλάδα. «Η συζήτηση αυτή μας δίνει την ευκαιρία να δούμε το ευρύτερο πλαίσιο, τις πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων που δίνουν τη μάχη με τον καρκίνο και τα κενά του δημόσιου συστήματος υγείας», σημείωσε.
Η Μερόπη Τζούφη υπογράμμισε ότι ο καρκίνος παραμένει μία από τις κυριότερες αιτίες θανάτου στη χώρα· σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, το 2024 το ¼ των συνολικών θανάτων οφείλεται σε κακοήθειες. Όπως ανέφερε, «η επιβάρυνση των ασθενών και η πρόγνωση επηρεάζονται από τις ελλείψεις προσωπικού, την άνιση γεωγραφική κατανομή των υπηρεσιών και τις υψηλές δαπάνες που αναγκάζονται να καλύψουν οι οικογένειες».
Ειδική αναφορά έκανε στην Ήπειρο και τη βορειοδυτική Ελλάδα. Τα νοσοκομεία Ιωαννίνων εξυπηρετούν μια τεράστια περιφέρεια, λειτουργώντας ως δεύτερο μεγαλύτερο κέντρο μετά τον Ευαγγελισμό. Ωστόσο, «στην ογκολογική κλινική, για να εισαχθεί ένας ασθενής, συχνά πρέπει πρώτα να αδειάσει μια κλίνη – μια πραγματικότητα σκληρή, που δείχνει τις διαστάσεις του προβλήματος». Παράλληλα, τόνισε ότι πολλές σύγχρονες υπηρεσίες δεν είναι διαθέσιμες στο δημόσιο σύστημα, όπως ακτινοθεραπεία χωρίς μεγάλους χρόνους αναμονής, σύγχρονα μέσα όπως cyber knife και ρομποτική χειρουργική και μοριακή ανάλυση για ακριβή διάγνωση και στοχευμένες θεραπείες
«Οι ασθενείς αναγκάζονται να απευθύνονται στον ιδιωτικό τομέα, συχνά με υπέρογκες χρεώσεις που ο ΕΟΠΥΥ δεν καλύπτει, όπως έχει επισημάνει και ο Συνήγορος του Πολίτη», τόνισε χαρακτηριστικά. «Οι άνθρωποι που δίνουν τη μεγαλύτερη μάχη της ζωής τους αξίζουν ένα δημόσιο σύστημα που τους στηρίζει πραγματικά», ανέφερε. Για τα προγράμματα προληπτικού ελέγχου από το Ταμείο Ανάκαμψης σημείωσε ότι, παρά τη συμβολή τους, δεν μπορούν να υποκαταστήσουν μια ολοκληρωμένη στρατηγική πρόληψης, βασισμένη σε ισχυρή Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας. «Η πρόληψη δεν μπορεί να περιορίζεται σε ένα sms· χρειάζεται εξατομίκευση, πρόσβαση, συνέχεια στη φροντίδα».
Αναφερόμενη στα σοβαρά προβλήματα πρόσβασης σε φάρμακα τελικού σταδίου και στις καθυστερήσεις στη χορήγηση θεραπειών, υπογράμμισε ότι «πολλές οικογένειες βρίσκονται αντιμέτωπες με εμπόδια που δεν θα έπρεπε να υπάρχουν σε ένα σύγχρονο δημόσιο σύστημα υγείας. Οι αποφάσεις των διοικητικών συμβουλίων, το κόστος και οι ελλείψεις προσωπικού δεν μπορεί να καθορίζουν ποιος θα λάβει έγκαιρα τη θεραπεία που δικαιούται».
Κλείνοντας, τόνισε την ανάγκη ενός ολοκληρωμένου Εθνικού Σχεδίου για τον Καρκίνο, χρηματοδοτούμενου από δημόσιους πόρους, που θα καλύπτει την πρωτογενή πρόληψη, την έγκαιρη διάγνωση, την ασφαλή και ισότιμη πρόσβαση σε σύγχρονες θεραπείες. «Δεν αρκούν αποσπασματικές παρεμβάσεις ή μεμονωμένες δωρεές. Χρειάζεται μια πολιτική που θα μειώνει τις ανισότητες και θα εξασφαλίζει ότι κάθε ασθενής, όπου κι αν ζει, λαμβάνει την ίδια ποιότητα φροντίδας».
Οι δωρεές ανακουφίζουν το ΕΣΥ, δεν καλύπτουν τα κυβερνητικά κενά
Η βουλευτής υπογράμμισε πως, παρότι το έργο είναι αναγκαίο και θα ανακουφίσει χιλιάδες ασθενείς της Δυτικής Ελλάδας, «η δωρεά δεν μπορεί να υποκαθιστά τη δημόσια πολιτική για την υγεία». Όπως ανέφερε, η κύρωση της σύμβασης ανοίγει μια πολύ μεγαλύτερη συζήτηση για την κατάσταση του ΕΣΥ και την ανάγκη ενός σύγχρονου, ισχυρού και καθολικά προσβάσιμου δημόσιου συστήματος υγείας.
Η κ. Τζούφη στηλίτευσε την κυβερνητική προσπάθεια να εμφανίσει τη δωρεά ως δείγμα «επιτυχίας», σημειώνοντας πως «όταν η υγεία στηρίζεται σε δωρεές, η ισότητα μετατρέπεται σε προνόμιο». Αναφέρθηκε εκτενώς στα ευρήματα του ΟΟΣΑ και της Eurostat, τα οποία κατατάσσουν την Ελλάδα στις τελευταίες θέσεις σε δημόσια δαπάνη υγείας, στις υψηλότερες σε ιδιωτικές πληρωμές και στις πρώτες σε ανικανοποίητες ανάγκες φροντίδας. Τόνισε επίσης ότι οι ελλείψεις προσωπικού, οι μεγάλες αναμονές και οι γεωγραφικές ανισότητες «οδηγούν χιλιάδες ασθενείς σε μια σιωπηλή υγειονομική μετανάστευση από την περιφέρεια προς τα μεγάλα αστικά κέντρα».
Αναφερόμενη ειδικά στην ογκολογική φροντίδα, η βουλευτής σημείωσε πως η χώρα εξακολουθεί να στερείται ενιαίου Εθνικού Σχεδίου για τον Καρκίνο, επαρκών ογκολογικών υποδομών και ισότιμης πρόσβασης σε κρίσιμες διαγνωστικές εξετάσεις. «Όταν ένας ογκολογικός ασθενής πρέπει να ταξιδέψει 400 χιλιόμετρα για θεραπεία, αυτό δεν είναι αδυναμία του ΕΣΥ – είναι πολιτική επιλογή», τόνισε χαρακτηριστικά.
Η Μερόπη Τζούφη αναγνώρισε τη σημασία της δωρεάς, επεσήμανε όμως ότι «το κράτος οφείλει να είναι ο εγγυητής του δικαιώματος στην υγεία και όχι συντονιστής δωρεών». Υπογράμμισε πως με σταθερή δημόσια χρηματοδότηση θα μπορούσαν να δημιουργηθούν αντίστοιχες μονάδες σε όλες τις περιφέρειες της χώρας και κάλεσε την κυβέρνηση να υιοθετήσει ένα ολοκληρωμένο, εθνικό σχέδιο ενίσχυσης της δημόσιας υγείας.
Κλείνοντας, σημείωσε πως: «Κανείς δεν πρέπει να δίνει μάχη για τη ζωή του και ταυτόχρονα μάχη απέναντι στο σύστημα. Η Δημοκρατία μας οφείλει να προστατεύει το δικαίωμα στην υγεία χωρίς όρους και αστερίσκους. Σήμερα υπερψηφίζουμε μια δωρεά. Αύριο όμως οφείλουμε να παλέψουμε για ένα νέο ΕΣΥ – δημόσιο, ισχυρό, καθολικό, ανθρώπινο».











Αριθμός Μ.Η.Τ.: 232375